Τρίτη 10 Ιουλίου 2012

Στο βάθος

Στάθηκε στη γωνία. Ήταν ελαφριά ντυμένη. Κοιτούσε στο βαθος του δρόμου, δε περίμενε κάτι συγκεκριμένο. Δε περίμενε τίποτα.Μόλις ειχε βγει απ' το σπιτι. Το χτεσινό σπίτι.
Η ζέστη ήταν εκκωφαντική, εκείνη κρύωνε.
Ο τυχαίος σκύλος το κατάλαβε και ξάπλωσε δίπλα της. Δεν τόλμησε να τον κοιτάξει.
Πεινούσε αλλά δεν έτρωγε, νύσταζε αλλά δε κοιμόταν. Η εποχή της άρνησης της είχε χτυπήσει την πόρτα. Την πρώτη φορά ήταν χειμώνας.
Μια γιαγιά φορτωμένη με ψώνια πέρασε ξυστά απ΄την Έλλη, το σώμα της ηλικιωμένης δε κράτησε την ισορροπία που έπρεπε και έπεσε επάνω της, ζήτησε συγνώμη, ο σκύλος σηκώθηκε, εκείνη κοιτούσε στο βάθος του δρόμου, δεν απάντησε κάτι στην ηλικιωμένη, η γιαγιά δεν απόρησε, συνέχισε το δρόμο της, μέχρι που έφτασε στο βάθος, ο σκύλος ξάπλωσε ξανά στα πόδια της, η Έλλη που κοιτούσε στο βάθος, τώρα έβλεπε τη γιαγιά. Ξαφνικά το ηλικιωμένο σώμα σωριάστηκε στο δρόμο, οι τσάντες άδειασαν, ο σκύλος έτρεξε προς το βάθος του δρόμου. Η Έλλη άρχισε να προχωράει προς το μέρος τους με αργά αλλά σταθερά βήματα. Στη γωνία που στεκόταν, τώρα δεν υπήρχε κανείς. Λίγο πριν πλησιάσει τη γιαγιά και το σκύλο γύρισε νωχελικά το κεφάλι της . Στη γωνία που μόλις είχε αφήσει πίσω της, στεκόταν ένας νεαρός με σγουρά φουντωτά μαλλιά.
Πέρασαν πολλές ώρες.

Είχε νυχτώσει

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...